Ο ορνός είναι η άγρια συκιά που τα σύκα της δεν τρώγονται δεν ωριμάζουν ποτέ και πέφτουν μετά από ένα μήνα .
Το ότι η ζωή τους κρατά περίπου ένα μήνα, μου ήταν άγνωστο και έτσι ο ορνός που δεν ξέρω πως φύτρωσε σε μια γλάστρα μου, γέμιζε κάθε χρόνο "φρούτα" τα οποία έπεφταν και δεν προλάβαινα να τα μαζέψω να τα κάνω γλυκό του κουταλιού , αφού περίμενα να μεγαλώσουν λίγο.
Οτι ένα δεντράκι περιορισμένο σε μια γλάστρα και μάλιστα όχι τεράστια δεν έχει την δύναμη να μεγαλώσει τον καρπό του στο μέγεθος που οι περισσότερες γνωρίζουμε , ούτε μου πέρασε ποτέ απ το μυαλό.. μέχρι εφέτος. Μάζεψα τους μεγαλύτερους ορνούς που ήταν περίπου σαράντα , και άφησα τους υπόλοιπους άλλους τόσους πάνω στο δέντρο μήπως προλάβουν και μεγαλώσουν .
Οι συκιές ήταν τα αγαπημένα δέντρα της γιαγιάς μου και καμάρωνε που στα Βατερά είχε τις μεγαλύτερες συκιές όλου του τότε οικισμού. Εμένα δεν με συγκινούσαν και τόσο παρά μόνο όταν ερχόταν η εποχή των σύκων . Πήγαινα κάθε τόσο και τα κοίταζα αν ωρίμασαν . Δεν υπήρχε ωραιότερο πράγμα για μένα να τα μαζεύω να τα βάζω στο καλαθάκι μου και να πηγαίνω τα πρώτα σύκα της εποχής να τα φάει η γιαγιά μου ( και πάντα της έλεγα ψέμματα ότι εγώ έφαγα και δεν θέλω άλλα ) Πιστεύω πως αν είχα γονείς το ωραιότερο πράγμα γι αυτούς θα ήταν να με βλέπουν - ένα μέτρο ανθρωπάκι - με ένα ξύλινο γάντζο διπλό και τρίδιπλο απ το μπόι μου να κατεβάζω τα κλαδιά της συκιάς και να χαίρομαι για τα πέντε ώριμα σύκα που μάζεψα .
Ορνούς δεν είχαμε και δεν θυμάμαι ποιος μας τους έφερνε στο σπίτι , νωρίς για γλυκό του κουταλιού και αργότερα για όρνιασμα των ήμερων συκιών.
Δυό γλυκά δεν τόλμησα ποτέ να φτιάξω .. Τον μπακλαβά , και τον ορνό. Πιστεύω πως επειδή η γιαγιά μου ήταν η καλύτερη σ αυτά τα γλυκά σε σημείο να το έχει πάρε επάνω της και να καμαρώνει δεν θα μπορούσα ποτέ να την φτάσω.. Βέβαια ο ορνός δύσκολο να βρεθεί στην Αθήνα ( μέχρι που απέκτησα το δικό μου δέντρο ) αλλά ούτε τον μπακλαβά έφτιαξα ποτέ μου ..Η φίλη μου απ την Μυτιλήνη με διαβεβαιώνει πως είναι το ευκολότερο γλυκό αλλά προς το παρόν δεν τολμώ..
Το γλυκό του κουταλιού έγινε ω! του θαύματος τέλειο..
Και επειδή τα συκαλάκια ήταν μικρά δεν χρειάστηκε να τα ξεσποριάσω.. Τα καθάρισα όμως απ έξω αφού τα λόγια της γιαγιάς μου όταν συζητούσε με τις φίλες της ήταν πάντα στ αυτιά μου :
- "Τον ορνό δεν τον κάνουμε ποτέ γλυκό με τα φλούδια "
Στα σαράντα μικρά συκαλάκια έβαλα ένα κιλό ζάχαρη και τρεις κούπες νερό
ένα κουταλάκι ξινό ένα κουταλάκι κοφτό γαλαζόπετρα ( που μετά τα ξέβγαλα άπειρες φορές )και μια κουταλιά λεμόνι δυό-τρία λεπτά πριν κατεβάσω την κατσαρόλα απ την φωτιά
Στο πρώτο βράσιμο, τους έβαλα μερικά νεραντζόφυλλα για να του δώσουν το άρωμά τους
. Όταν μαλάκωσαν τους έβαλα στην γαλαζόπετρα για μισή ώρα και μετά πλύσιμο -στύψιμο αρκετές φορές. Τους έριξα στημένους στο σιρόπι και τους έβρασα μέχρι να δέσει το σιρόπι.
Προς στιγμής απογοητεύτηκα γιατί οι ορνιοί μου δεν είχαν την διαύγεια που έπρεπε αλλά μόλις έβαλα το λεμόνι αμέσως την απέκτησαν .
Τους επόμενους ορνούς αν τους προλάβω λέω να τους φτιάξω χωρίς να τους καθαρίσω για να δώ την διαφορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου