Η αρχική σκέψη ήταν οι πιπεριές να γίνουν πολτός οποίος θα αποθηκευτεί για τον χειμώνα . Σκέφτηκα πως αν του προσθέσω ξύδι, λάδι , και λίγο σκόρδο, θα βγει ένα ωραίο ντιπ*
(*ντιπ τρομάρα μου ) .
Στην συνέχεια διαβάζοντας συνταγές σε ξένες σελίδες , έπεσα στην σελίδα της Saniye anne που πρέπει να ομολογήσω πως μου τράβηξε την προσοχή, πρώτον γιατί κατάγεται απ την Μανισιά ( Mannisa) δεύτερον γιατί ασχολιόταν επί το πλείστον με παραδοσιακή μαγειρική, και τρίτον γιατί η εμφάνιση της και ο χώρος και τρόπος που μαγείρευε με συγκίνησαν , αλλά τα προσπέρασα γιατί σκέφτηκα πως ίσως επίτηδες υπάρχουν όλα αυτά για λόγους προώθησης των συνταγών της, που τελικά δεν ήταν έτσι – αρχικά έστω - .
Είδα λοιπόν την Saniye να φτιάχνει ζυμαρικά με πάστα από πιπεριές Φλωρίνης.
Και επειδή όλο το καλοκαίρι σκεπτόμουν να φτιάξω μανέστρα και δεν αξιώθηκα είπα πως είναι μια καλή ευκαιρία, σήμερα που είναι Παρασκευή και έχουμε λαϊκή να πάρω πιπεριές και να το φτιάξω επιτέλους μιας και έχουμε μερικές μέρες ακόμα καλοκαίρι.
Το ωραίο είναι πως η anne δεν έψησε τις πιπεριές – πράγμα που το βαριέμαι - , αλλά τις έβρασε.
Εγώ ακολούθησε την μέση οδό και τις μαγείρεψα στον ατμό στην χύτρα ταχύτητας. Μου έκανε εντύπωση δε το μυρωδάτο υγρό που έμεινε στον πάτο της κατσαρόλας.
Έφτιαξα τον πολτό και ξεκίνησα να φτιάχνω την ζύμη, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μου πως αφού την προορίζω για κριθαράκι να μην φτιάξω πολύ , κι έτσι έβαλα μόνο μισό κιλό αλεύρι Λήμνου (σκληρό). Και ευτυχώς..
Επί τρείς ώρες «έκοβα» το κριθαράκι και η ζύμη δεν έλεγε να τελειώσει .
Έκοβα και θυμόμουν τα παιδικά μου χρόνια στα Βατερά που σε ένα τέτοιο εγχείρημα ( στην κυριολεξία εγχείρημα όμως) μαζευόταν όλη η γειτονιά για να βοηθήσει.. ( εκτός από συντροφικόν και σοφόν )
Ευθύς με το που ξανάφερα την εικόνα στο μυαλό μου μια ευωδιά πλημμύρισε τον τόπο.. Μυρωδιά από σύκα που στεγνώνουν πάνω σε κλαδάκια βάλσαμου,
μυρωδιά από ροζακί σταφύλι που ωριμάζει στα κλήματα ,
αύρα θάλασσας , ιώδιο φρέσκων ψαριών και αχινών και φρέσκο ψωμί στον φούρνο από κίτρινο σιτάρι μαυραγάνι .
Η όσφρηση ως αρχική αίσθηση του ανθρώπου είχε κάνει το θαύμα της. Δεν κράτησε για πολύ αφού απηύδησα και παράτησα την επιχείρηση κριθαράκι σπιτικό πριν ακόμα φτάσω στην μισή ζύμη.
Έκοψα την υπόλοιπη σε παπαρδέλες που έβαλα στην κατάψυξη ,
και μαγείρεψα τα υπολείμματα των φύλλων της ζύμης για να συνοδεύσω το γρήγορο ψήσιμο μιας μπριζόλας στην κατσαρόλα όπου μου προέκυψε μια νέα νοστιμότατη συνταγή αφού ο πειραματισμός που με «κατατρέχει» με οδήγησε να μαγειρέψω το κρέας με το ζουμί των πιπεριών Φλωρίνης που είχε μείνει στην κατσαρόλα.
Και μιας που ξεκίνησα με αναφορά στο όνομα της Saniye anne ας τελειώσω με εκείνην,
αφού ήταν η αιτία να θυμηθώ γιατί η γιαγιά μου έλεγε τον κιμά, κιγμά το πορτοκάλι, πορτακάλι και το κέϊκ , κέκ.
Συζητώντας το βράδυ στο τηλέφωνο με φίλη μου , ψιλοστράβωσε για τις τούρκικες συνταγές αφού οι Τούρκοι τις έχουν πάρει από μας τους Έλληνες. Δεν της απάντησα όχι για κανέναν άλλον λόγο , αλλά για να μην την στεναχωρήσω περισσότερο αφού μου είναι γνωστό το μίσος της γι αυτούς. Γιατί και έχουν πάρει , και έχουμε πάρει.
Το πιο σπουδαίο όμως για μένα είναι, πως υπάρχουν περισσότερες Τουρκάλες ( σε σύγκριση με μας ) που γράφουν στο διαδίκτυο τις παραδοσιακές συνταγές των γιαγιάδων μας , ακριβώς τις ίδιες , ενώ εμείς αν θα τις γράψουμε τις γράφουμε λίγο πειραγμένες ( δημιουργικές της λέμε )
Έτσι χάνεται σιγά-σιγά η ιστορία της κουζίνας και οι πολύ επόμενες γενιές θα μας μνημονεύουν ως έναν λαό χωρίς μαγειρική παράδοση έναν λαό «μπαμπουίνων» που τρεφόταν μόνο με γύρο, σουβλάκι , και γκρήκ μουζάκα .
Γιατί , εμείς είμαστε και Ευρωπαίοι , και δεν μπορούμε να μαγειρεύουμε ότι κι ότι , ενώ οι Τούρκοι όχι ..
Και αν μαγειρεύουμε ότι και οι γιαγιάδες μας που, και που , δεν το λέμε μην μας πουν Βλάχους , βαλκάνιους και οπισθοδρομικούς..
Κατά τα άλλα , - άσχετο- αλλά οι διαιτολόγοι πλήθυναν …δεν νομίζετε ??