Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Κάτι σαν.... κάτι σαν κόλαση




Κόλαση στην μαγειρική και ζαχαροπλαστική ονομάζουμε  κάτι απαγορευμένο..  
Και επειδή υπάρχουμε κι εμείς  οι άτυχοι που μας απαγορεύεται διά ροπάλου  να φάμε κουκιά ή φάβα , ψάχνουμε να βρούμε  υποκατάστατα  με  επιτρεπόμενα υλικά  που συνοδεύονται  με την απαραίτητη φαντασία , όχι  για το πώς θα φτιάξουμε την συνταγή αλλά όταν την τρώμε να φανταζόμαστε  κουκιά και φάβες.  

Το κύριο υλικό μας είναι βρασμένα  μαυρομάτικα  φασολάκια . Τα υπόλοιπα  αφορούν  το γούστο μας . 
Εδώ  εκτός απ τα φασόλια έχω  ψιλοκομμένο κρεμμύδι, πιπεριά,  ντομάτα  μόνο την σάρκα της και  καπαρόκουμπα.. Στο τέλος προσθέτω μπόλικη ρίγανη  ( Στο νησί μου  τα  ξερά  κουκιά τα τρώμε  ζεστά , πασπαλισμένα με ντόπια ρίγανη* και περιχυμένα  με φρέσκο Μυτιληνιό  λάδι )

  

Η παρασκευή  απλή .. Περνάμε λίγα –λίγα   τα φασόλια απ το μούλτι  και μετά μεταφέρουμε το μείγμα σε μια λεκανίτσα  που το χτυπάμε προσθέτοντας λάδι  και ξύδι. Αφού το φέρουμε στην πυκνότητα που μας αρέσει ρίχνουμε μέσα  τα ψιλοκομμένα ( με το μαχαίρι ) λαχανικά, και την ρίγανη.. Αυτό ήταν ..Η το τρώμε σαν σαλάτα  ή σαν άλειμμα..  Στην φωτογραφία  ως μεζές  μαζί με παστές σαρδελίτσες.. Όχι  Μυτιληνιές.. Σαν … Σαν Μυτιληνιές

* Ρίγανη τονίζω την ντόπια  γιατί σαν κι αυτήν δεν υπάρχει , το έχω γράψει κι άλλη φορά. Ακόμα κι αυτήν που αγόρασα  από Μυτιληνιό μαγαζί  στην Αθηνάς με Λεσβιακά προϊόντα  , δεν έχει καμιά σχέση..

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Ρεβιθάδα η Κυριακάτικη της Σίφνου




‘Όχι πως τρελαίνομαι για τα ρεβίθια  αλλά  
πρώτον  έπρεπε  να δοκιμάσω την  περίπου «ρεβιθάδα  Σίφνου» , μιας   και   απόκτησα την  πήλινη  σκεπασταριά , και δεύτερον  θέλω να τα δοκιμάζω όλα – βίωμα παιδικών χρόνων  - αφού  στο σπίτι μου   αν δεν τους  άρεσε κάτι δεν το έφτιαχναν ,   με αποτέλεσμα  να δοκιμάσω ορισμένα φαγητά , όπως  σπανακόπιτα,  μαγειρίτσα , πατσά , βλίτα ,  σε μεγάλη ηλικία  (που σημειωτέον  είναι και τα αγαπημένα μου..)  
Λέω  περίπου  «ρεβιθάδα, Σίφνου»  γιατί η συνταγή απαιτεί   ξυλόφουρνο και νερό βρόχινο . 
Και ενώ καταλαβαίνω τον  ξυλόφουρνο  δεν μπορώ να καταλάβω  γιατί  το βρόχινο νερό. Πιθανώς για να μην είναι σκληρό αν και το φαί το αλατίζουμε απ την αρχή , μιάς και σφραγίζουμε το τσουκάλι  πρίν το βάλουμε στο φούρνο..  (Άσε  που και να είχα βρόχινο νερό  δεν θα μαγείρευα  μ αυτό..)  
Εγώ απ αυτήν την θεσπέσια όπως μαθαίνω συνταγή  έχω  μόνο τα ρεβίθια και την πήλινη σκεπασταριά.. Οι γραφές  λένε να ψηθεί αργά το φαγητό  στον φούρνο , και σας ομολογώ  πως όλη η διαδικασία  με κούρασε..
 Να μη  τα πολυλογώ , έγινε η ρεβιθάδα,  - μου κόστισε ο κούκος αηδόνι – 
καλή ήταν , κάτι  λίγο περισσότερο  δλδ απ ότι  γίνεται στην κατσαρόλα , 
πόσες ώρες  ψηνόταν να μην σας, πώ  
(μην  μού ρθει κανένας φόρος πολυτελείας απ την εφορία  καθ υπόδειξη της  ΔΕΗ)   
το μεγάλο  όμως κλου της υπόθεσης ήταν πως έβαζα στον φούρνο κάθε τόσο  μουσκεμένα κλαράκια σχίνου και δεντρολίβανου  για να  πάρει  αυτήν την μυρουδιά  ξυλόφουρνου  το φαγητό, που  προς το τέλος  το ξεσκέπασα απ το καπάκι του σπάζοντας την ζύμη με την οποία του είχα σφραγίσει 







Τέλος πάντων .. 
Τέλειωσε κι αυτό , και τελειώνοντας κι εγώ,  να μην ξεχάσω να σας πώ πως το ψημένο  ζυμαράκι   μέσα στο πιάτο μου με τα ρεβίθια ,  
οι παστές σαρδέλες , 
και η ψητές πιπεριές Φλωρίνης ,  ήταν  τα μόνα που με αποζημίωσαν   απ όλη αυτή την  περιπετειώδη  γευστική αναζήτηση.. 

Πάντως  μεταξύ μας έχω την εντύπωση  πως  αν είναι Κυριακή,  και γυρίσεις απ την εκκλησία , που ποιος ξέρει πόσες ώρες στεκόσουν  νηστικός , και  γυρίζοντας στο σπίτι  παίρνεις  και το τσουκάλι με την  έτοιμη ρεβιθάδα σου  την οποία είχες πάει βράδυ Σαββάτου στον φούρνο,  
δεν θέλει  και πολύ σκέψη  για να καταλάβω πόσο όμορφο είναι αυτό το Κυριακάτικο φαγητό των Σιφναίων

..Όσο  για την δημοσιότητα που έχει πάρει… ε καλά τώρα …Σαν να μη μας ξέρω….