Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

(2) Ιόλη το παμφάγο



Και μανιτάρια ωμά έτρωγε ..Και μετά έτρωγε ένα χέρι γερό ξύλο..
Γιατί εκείνη την εποχή για  να φάς ωμούς αμανίτες έπρεπε να ήσουν μάγισσα ..
Μέχρι που μεγάλωσε και πήρε το αίμα της πίσω...

Ωραιότατη σαλάτα με ωμά λευκά μανιτάρια , με λάδι και λεμόνι και πασπαλισμένη με μαιντανό (εδώ με κάρδαμο)
Αν σας αρέσει η μυρωδιά  του βρεγμένου χώματος και του δάσους δοκιμάστε την
Είναι η μόνη σαλάτα που μπορείς να την φτιάξεις  να την αλατίσεις  να της βάλεις τα λαδολέμονά της και να την βάλεις στο ψυγείο..



ΙΟΛΗ 2

Με τη συνήθεια που είχε να δοκιμάζει ότι έβρισκε μπροστά της πολλές ήταν οι φορές που τρομοκρατούσε τους άλλους και τους έκανε να τρέχουν. Βέβαια κι’ αυτή αντιμετώπιζε τις συνέπειες που αρκετές φορές ήταν και οδυνηρές όπως τότε που έπρεπε να της κάνουν ενέσεις λόγω του σταφυλόκοκκου που έπαθε.

Το ποιο μεγάλο κάζο όμως το έπαθε όταν είχε πάει μια μέρα στο φράχτη της αυλής και κατά τη συνήθεια της άρχισε να δοκιμάζει και να ρουφά το μέλι απ’ τα κόκκινα λουλουδάκια του.
Μέσα στο σπίτι έπιναν τον καφέ τους δυο τρεις γυναίκες μαζί με τη γιαγιά και τη μητέρα της και η Ιόλη περίμενε πότε θα ανάψει η κουβέντα τους για κάποιο θέμα κι’ όταν αυτό έγινε  και κανείς δεν της έδινε σημασία ψιθυρίζει σιγά –σιγά :
-Εγώ πάω μια βόλτα.
Κανένας δεν την άκουσε.
-Εγώ τώρα θα πάω στην αυλή. 
- Πάω στις κουκουναριές.. σας λέω..

Σημασία από κανέναν, κι’ επειδή αυτό περίμενε, με ήσυχη τη συνείδησή της ότι το είπε, έτρεξε στην άκρη της αυλής που ήταν ο φράχτης.
Όπως ρούφαγε τα μικρά λουλουδάκια έμπλεξε το πόδι της σε μια ρίζα που εξείχε απ’ το χώμα. Πήρε ένα ξύλο και σκάλισε γύρω-γύρω μέχρι που είδε ότι η ρίζα δεν ήταν ρίζα αλλά κάτι μεταλλικό .
Με τη φαντασία της να οργιάζει νομίζοντας πως βρήκε κάποιο θησαυρό άρχισε να σκάβει ποιο γρήγορα, βλέποντας τον εαυτό της να κρατά το κουτί του θησαυρού και να το δείχνει περήφανα στους μεγάλους που θα την δέχονταν με θαυμασμό. ( Ψωνάρα από τα γεννοφάσκια της..)

Ξαφνικά ο Μάξ, το σκυλί τους, όρμισε αγριεμένος κατά πάνω της γαβγίζοντας δυνατά όπως γάβγιζε στους ξένους, της έδειχνε τα δόντια του και έτρεχε πάνω-κάτω χωρίς να πλησιάζει πολύ κοντά αλλά από κάποια απόσταση και αυτό ήταν που έκανε την Ιόλη να μη φοβηθεί και να συνεχίσει το έργο της, ποιο γρήγορα αφού τώρα υπήρχε φόβος να την τσακώσουν απ’ τις φωνές του σκυλιού. 
Μ’ αυτή την ανησυχία, με τα γαβγίσματα, και με τη λαχτάρα της ανακάλυψης δεν πήρε είδηση τον κηπουρό που έτρεχε πηδώντας ανάμεσα απ’ τις βραγιές των λαχανικών ,γρήγορα σχεδόν με τα πόδια να ακουμπάνε στην πλάτη του, και τρόμαξε ‘όταν αυτός την άρπαξε παραμάσχαλα κουβαλώντας την στο σπίτι ενώ αυτή ούρλιαζε κλωτσώντας με τα πόδια της τον αέρα.

Στο σπίτι αναστατώθηκαν όλοι, ο Μάξ έκλαιγε με ουρλιαχτά κι’ αυτήν την έστειλαν άρον-άρον στο δωμάτιο της όπως εκείνη τη φορά που την έπιασαν να δοκιμάζει σταφύλια απ’ το αμπέλι που μόλις το είχαν ραντίσει με κάποιο  φάρμακο. Εκείνη τη φορά μάλιστα η γιαγιά της κλαίγοντας της είπε πως μπορούσε να πεθάνει, και την έβαλε να ορκιστεί ότι δεν θα το ξανακάνει.

Μόλις θυμήθηκε αυτό το περιστατικό κρύος ιδρώτας την έκοψε…αν τα λουλούδια του φράχτη ήταν ραντισμένα; Και τι φασαρία ήταν αυτή κάτω μήπως θα καλούσαν γιατρό; Και γιατί αργούσε τόσο δεν του είπαν πόσο επικίνδυνη ήταν η κατάστασή της;
Η κοιλιά της άρχισε να πονάει φοβερά, ήταν σίγουρο ότι είχε δηλητηριαστεί όπως ήταν σίγουρο ότι ο γιατρός δεν θα την προλάβαινε και θα πέθαινε….εκεί πάνω στο κρεβάτι της μόνη και αβοήθητη.
Μα καλά ούτε η γιαγιά της να μην έρθει κοντά της; Αναρωτήθηκε με παράπονο αλλά αμέσως έδωσε την απάντηση μόνη της. 

Ήξερε πώς η γιαγιά της σε κάθε δύσκολη στιγμή έτρεχε στα εικονίσματά της και έκανε την προσευχή της. Άλλο ένα στοιχείο ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά.
Όπως ήταν κουλουριασμένη και κουκουλωμένη μέχρι το κεφάλι με τις κουβέρτες νόμισε πως άκουσε βήματα κάτω στην αυλή . Η καρδιά της όμως χτυπούσε τόσο δυνατά που δε ήταν σίγουρη αν κάποιος καινούργιος είχε έρθει.  
Παρά όλα αυτά η περιέργεια την έκανε να συρθεί στο χαγιάτι και να χώσει το κεφάλι της  μέσα απ’ τα κάγκελα της σκάλας για να δει ότι στο σπίτι είχε έρθει ο κ. ενωματάρχης . 

Ε!! αυτό πια πήγαινε πολύ και προς στιγμή η Ιόλη έγινε έξω φρενών. Εκείνη να πεθαίνει και να της φέρνουν την αστυνομία!!!!
Δεν ήταν δα και πολλές οι μέρες που σχολίαζαν ειρωνικά μια γειτόνισσα που με το παραμικρό απειλούσε τους πάντες ότι θα τους φέρει την αστυνομία για ψύλλου πήδημα. Και τώρα , ορίστε τα χάλια τους. 

Τα συναισθήματα της άλλαζαν από στιγμή σε στιγμή μέχρι που σταθεροποιήθηκαν σε μια κατάσταση που πολλές φορές την είχε δει στη γιαγιά της όταν ένοιωθε αδικημένη και απογοητευμένη απ’ τους ανθρώπους.
Έτσι πήρε ένα στωικό ύφος και κουνώντας το κεφάλι της πέρα δώθε άρχισε να μονολογεί διάφορα όπως: 
Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα, 
σπίτι μου σπιτάκι μου  φτωχοκαλυβάκι μου, 
τα στερνά τιμούν τα πρώτα, 
κι’ όλα τα αποφθέγματα που είχε ακούσει, που βέβαια δεν ταίριαζαν με την περίπτωση αλλά η Ιόλη δεν το ήξερε , όπως όμως και να ήταν, τι σημασία είχε αφού ότι έλεγε την ανακούφιζε;

   Ο κύριος ενωματάρχης αφού πήγε στον τόπο του εγκλήματος με μερικούς άλλους σκάψανε προσεκτικά , μετά έβγαλαν έναν αναστεναγμό ανακούφισης και μετά ένα αυγουλοειδές αντικείμενο με οριζόντιες και κάθετες εγκοπές το οποίο πήραν μαζί τους; 
Η Ιόλη δεν μπόρεσε να δει καλά απ’ το παράθυρο του δωματίου της αλλά κάτι της έλεγε ότι δεν έφταιγαν τελικά τα λουλούδια που ρουφούσε το μέλι τους.

Όταν τη θυμήθηκαν είχε αρχίσει να την παίρνει ο ύπνος.
Την σήκωσαν στην αγκαλιά τους και με γέλια και χάδια την κατέβασαν κάτω όπου ένα γνωμικό κυριαρχούσε στα στόματα όλων: Τέλος καλό ,όλα καλά

Η Ιόλη σαν χαμένη τους παρακολουθούσε όλους και το μόνο που έμεινε στο μυαλό της ήταν ότι η ρίζα που σκάλιζε η μάλλον το σιδερένιο κουτί που ανακάλυψε δεν ήταν θησαυρός αλλά μια σκουριασμένη και ευτυχώς άχρηστη χειροβομβίδα που είχε ξεμείνει απ’ τον πόλεμο όπως άκουσε να λένε. ……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

Μια συνταγή αλλιώτικη


Μοσχοβολούν οι γειτονιές 
Βασιλικό  κι ασβέστη.....


Μοσχοβολούν οι γειτονιές…  Με μυρουδιές των μανάδων μας των γεννημένων να μαντεύουν τι μας αρέσει, τι μας ικανοποιεί , τι μας κάνει ευτυχισμένους .
Κι’ αν καμιά φορά δεν τα κατάφερναν και ήταν αναγκασμένες κάτω απ’ τη γκρίνια μας να υποχωρούν και να βρίσκουν εναλλακτικές λύσεις, - φάε το ψάρι σου και θα πας να παίξεις -η –  θα σου ρίξω λίγο λικέρ μπανάνα στο κρόκ σου να δεις τι ωραίο θα γίνει - 
που να φανταζόταν τότε ότι μεγαλώνοντας ,αυτές τις γεύσεις θα πεθυμούσαμε ,
και θα γυρίζαμε πίσω μ’ αυτές, νοερά ζητώντας αναδρομικά  συγνώμη για λύπες που προκαλέσαμε, που μας καίει όμως γιατί αργήσαμε…πολύ αργήσαμε να τη ζητήσουμε.

Μοσχοβολούν οι γειτονιές….με τσούρμο τα παιδιά να τρέχουν πάνω-κάτω και να ξεκουφαίνουν με τις φωνές τους το σύμπαν. Ανάμεσα σ ’αυτά η Ιόλη.



                                                         
ΙΟΛΗ 
- Έλα να μου διαβάσεις τη συνταγή να σου κάνω γλύκισμα.
Βαριόταν η Ιόλη να διαβάσει τη συνταγή και ανησυχούσε ότι τώρα που έμαθε να διαβάζει, όποτε ζητούσε γλυκό, η γιαγιά της θα της φόρτωνε το τετράδιο των συνταγών και αυτό δεν της άρεσε καθόλου.
Άσε που ήταν γραμμένες καλλιγραφικά και σε περίεργη γλώσσα που καλά-καλά ούτε η γιαγιά της δεν την καταλάβαινε.  Όμως η λαχτάρα της για γλυκό ήταν τόσο μεγάλη  που με βαριά καρδιά πήρε το τετράδιο με το χοντρό εξώφυλλο κι άρχισε να διαβάζει: Για το γαλακτομπούρεκο θα χρειαστούμε…… -  Όχι…όχι.. γαλακτομπούρεκο….τη γαλατόπιτα θα διαβάσεις….
-  Μα γιατί καλέ γιαγιά δεν θέλω γαλατόπιτα..
-  Ναι αλλά δεν έχω τόσα φύλλα ..θα δεις θα είναι ωραία και η γαλατόπιτα.
-  Καλά άμα δεν μ’ αρέσει όμως δεν θα φάω….να τη………. Τη βρήκα…..Γαλατόπηττα!!                                 
Η γαλατόπηττα κα..τα.σκευ.άζεται  καθ’ όν τρόπον περίπου και το γαλατομπούρεκο, και κα…τά  τας εξής ανα…λο..γίας…
Δύο οκάδες γάλακτος, 
Εκατόν είκοσι πέντε δράμια ο.-.ρυ.-.ζα.-.λεύρου ,
Τέσσαρα η πέντε  ωά.
Εκατόν δράμια βουτήρου,
Εβδομήκοντα πέντε δράμια σακχάρεως,
Δέκα η δώδεκα φύλλα,
Άρωμα εκ βανίλης η κανέλας η φλοιού λεμονίου,
Σιρόπιον εκ τριακοσίων δραμίων σακχάρεως και ημισείας οκάς ύδατος.
Ενίοτε προ…στί..θενται και εκατόν αμύγδαλα λεπτά.
Το ο..ρυ..ζά.λευ.ρον είναι δυνατόν να α..ντι..κα..τα..στα.θη διά σεμιδάλεως (πεντήκοντα περίπου δράμια ανά εκάστην οκάν γάλακτος)….ουφ τέλειωσα..
-  Πόσο σιμιγδάλι είπε;
-  Δεν είπε σιμιγδάλι γιαγιά.
-  Μα πως αφού διάβασες πως αντί για ορυζάλευρο ….τι λέει παρακάτω;
-  Λέει …μμμμ..μμμ..είναι δυνατόν να αντι καταστα..θή διά σεμιδάλεως..
-  Αυτό είναι… σιμιγδάλι θέλει να πει.. πόσο λέει;
-  πεντήκοντα δράμια , απάντησε η Ιόλη χωρίς να εξηγήσει το “ ανά εκάστην” οκάν γαλακτος .
-  Σαν λίγο μου φαίνεται το σιμιγδάλι μην το διάβασες λάθος και δεν πήξει η κρέμα?  ξαναδιάβασε  το! 
Επίτηδες δεν διάβασε η Ιόλη τη δόση του σιμιγδαλιού γιατί υποψιαζόταν τι θα επακολουθήσει και δεν έπεσε έξω.
-  Ε…να ..λέει …ανά εκάστην οκάν γάλακτος.
-  Και τι είναι το ανά εκάστην….τι θα πει;
-  "Κάθε μέρα" θα πει.
-  Τι …?
-  Να στο εργοστάσιο ..  έξω στην πόρτα δεν έχει μια ταμπέλα;
-  Ε!!  λοιπόν;
-  Η ταμπέλα λέει ότι το γραφείο του εργοστασίου θα είναι ανοιχτό καθ’ εκάστην και όταν είχα ρωτήσει τη μαμά μου τι θα πει μου είπε ότι θα είναι ανοιχτό κάθε μέρα.
Αυτό θα πει λοιπόν το εκάστην …. κάθε μέρα.


Σταυροκοπήθηκε η γιαγιά με τα λεγόμενα της μικρής, γιατί τι δουλειά είχε το σιμιγδάλι με την ταμπέλα του εργοστασίου και ευτυχώς που ήρθε εκείνη τη στιγμή η νύφη της και το έσκασε η Ιόλη για την αγκαλιά της μαμάς της η οποία εξήγησε στη γιαγιά τη δοσολογία γάλακτος και σιμιγδαλιού..

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Ο κύριος με τα σού



Ο κύριος είναι ο επίσημος επισκέπτης του τραπεζιού μας …ποιας γιορτής ..την ξέχασα κι όλας.. Ο Μπακαλιάρος.. 

Που ήθελε να ξεφύγει απ την ταπεινή παρ όλα αυτά πανάκριβη επί των ημερών μας καταγωγή του και να μπεί  στο κλάμπ των γκουρμέ..
Δεν χαλάω ποτέ το χατίρι σε όσους έχουν πρόβλημα προσωπικότητας και ας είναι εις βάρος μου .. 

Τους ακούω, τους κανακεύω, και τους κάνω όλα τα κέφια φτάνει να ζήσουν έστω και ένα λεπτό αυτό που ονειρεύονται .. ότι είναι κάποιοι άλλοι.. 
Αν αυτό τους δώσει μια ώθηση για να δούν τον πραγματικό τους εαυτό με άλλο μάτι - αφού γνώρισαν τον άλλον , αυτόν που θα ήθελαν να είναι - , έχει καλώς ..
Αλλιώς μου αποδείχνουν πως είναι ψώνια , πως τους αρέσουν τα κομπλιμέντα.. και τους εγκαταλείπω..

Έτσι κι ο μπακαλιάρος..Καμιά εμπιστοσύνη στον εαυτό του..
Βρε καλέ μου βρε χρυσέ μου είσαι ο καλύτερος μεζές …τηγανητός , τραγανιστός, με την σκορδαλιά σου , με τα παντζαράκια που ταιριάζετε και στα χρώματα τι ζόρι τραβάς αφού αρέσεις…
- Ναι …αλλά γκουρμέ δεν είμαι…

Έτσι αποφάσισα  να εκπληρώσω το όνειρό του..και να τον αφήσω να το ζήσει και να μου πεί μετά τις εντυπώσεις του…
Με κούρασε γιατί είχα να φτιάξω  και τον τηγανητό για όλους εμάς  τις λαϊκούρες αλλά χαλάλι του …
Και μας προέκυψε έτσι..

















Η συνταγή  είναι  η κλασική  συνταγή των σου..ανακατεμένη με την ψίχα του ψαριού, λίγο άνηθο. περίπου όπως κάνουμε τις κροκέτες μπακαλιάρου …αλλά όσοι δεν έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους είναι του φαίνεσθαι..οπότε άλλο "σού"  άλλο κροκέτα ..

Στο ψήσιμο είχα ένα ψιλοπρόβλημα …χρειαζόταν περισσότερη ώρα να ψηθούν απ τα κανονικά σουδάκια…

Τα άφησα να κρυώσουν και τα γέμισα με την εξαίσια  σκορδαλιά  κρέμα της Ιόλης.. Τα ρολάρισα πάνω σε ψιλοκομμένο άνηθο και νατος ο μάγκας να καμαρώνει σαν αδερφάρα του κερατά… Συγνώμη ..αλλά δεν φταίω εγώ για τα γούστα του που με παρασύρουν και μιλάω άσκημα ..
Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που λαχταρούσα να είναι..
Μου δήλωσε πως δεν θέλει να είναι γκουρμέ…

 Όχι γιατί δεν ήταν νόστιμος ….
..αλλά στο τραπέζι τον επέλεξαν κάτι μούτρα που δεν τα έκανε κέφι…